16/4/13

Δις εις τον αυτόν ποταμόν ουκ αν εμβαίης



Το παρελθόν είναι κάτι που υπήρξε και που τώρα δεν υπάρχει πια. Η κάθε στιγμή που περνά, γίνεται αμέσως ανεπίστρεπτο παρελθόν, αν και δεν έχουμε αυτή την αίσθηση στην καθημερινότητά μας.

Όμως, αφότου αρχίσατε να διαβάζετε αυτές τις γραμμές ως τώρα, έχουν περάσει μερικές στιγμές κι αυτές δεν πρόκειται ποτέ να επιστρέψουν. Μπορεί λοιπόν να έχουμε την εντύπωση της συνέχειας –τι είναι μερικές στιγμές συνεχόμενες με την παρούσα στιγμή; - όμως στην πραγματικότητα οι στιγμές αυτές δεν πρόκειται να επανέλθουν ποτέ. Έφυγαν, πέρασαν στη διάσταση του παρελθόντος.


«Το παρόν μόνον έκαστος ζη και τούτο αποβάλλει» λέει ο Μάρκος Αυρήλιος, ο φιλόσοφος αυτοκράτορας, στα «Εις Εαυτόν». Κι αν το παρόν είναι μόνο μια στιγμή, όταν έρθει ο θάνατος, αυτή τη στιγμή θα του παραδώσουμε. Όλα τα προηγούμενα δεν μπορεί να μας τα πάρει, γιατί βρίσκονται στο παρελθόν, σε μια διάσταση δηλαδή στην οποία ο θάνατος δεν έχει καμιά δικαιοδοσία.

Μερικές, σπάνιες φορές η μια στιγμή χωρίζεται από την επόμενη με τόσο απροσδόκητο και κάθετο τρόπο που μας επιτρέπει να καταλάβουμε τη διαφορά. Έτσι τη μια στιγμή οδηγούμε ανύποπτοι το αυτοκίνητό μας και την αμέσως επόμενη κάποιος μας τρακάρει. Η συνέχεια των στιγμών διακόπτεται βίαια και έχουμε την αίσθηση του πριν και του μετά ανάμεσα σε δυο μόνο στιγμές.

Το παρελθόν αποτελείται από τη συσσώρευση άπειρων στιγμών που ήρθαν από το μέλλον, πέρασαν βιαστικά από το παρόν και αθροίστηκαν αμέσως  στο παρελθόν. Αν το καλοσκεφτούμε, το παρόν είναι πάρα πολύ σύντομο, ελάχιστο. Το παρελθόν είναι αντίθετα τεράστιο, είναι αχανές.

Πού βρίσκεται το παρελθόν;
Η σωστή απάντηση είναι ότι δεν βρίσκεται πουθενά. Μόνο το παρόν υπάρχει στην ίδια  διάσταση που υπάρχουμε κι εμείς, συμπλέουμε μαζί του την κάθε στιγμή του παρόντος και αμέσως μετά αποχαιρετούμε τη στιγμή και μαζί και τον εαυτό μας της περασμένης στιγμής. Περνούν και τα δύο στο παρελθόν κι αν θελήσουμε να ψάξουμε για να τα ξαναβρούμε, θα δούμε ότι αυτό είναι αδύνατο. Σαν να έχουν χαθεί σε μια τεράστια καταβόθρα κι εμείς κοιτάζοντας από το χείλος της ψηλά δεν βλέπουμε κάτω παρά μόνο σκοτάδι.

Ωστόσο, σε αντίθεση με το μέλλον που είναι εντελώς άπιαστο, το παρελθόν μερικές φορές αφήνει πίσω του ίχνη. Απολιθώματα ζωντανών πλασμάτων που κάποτε έζησαν στη Γη, όταν ακόμα οι άνθρωποι ήταν ασχημάτιστοι στο  μέλλον, ζωγραφιές σε σπήλαια, όταν οι πρωτόγονοι πρόγονοι έκαναν τα πρώτα δειλά βήματα σ’ αυτό που λέγεται πολιτισμός, ερείπια ναών που πριν χιλιάδες χρόνια φιλοξενούσαν ένθερμούς πιστούς, χρυσά περιδέραια που φορούσαν χαμένες σήμερα στη λήθη αρχόντισσες, μεσαιωνικά χειρόγραφα που κάποιοι άγνωστοι μοναχοί κλεισμένοι στα κελιά τους αντέγραφαν, κούπες, σπαθιά, χάντρες, αγάλματα, εικόνες, παλιά υφάσματα, τοιχογραφίες, μερικές φορές πόλεις ολόκληρες του παρελθόντος κατάφεραν να ξεγελάσουν το χρόνο και συνεχίζουν να υφίστανται σε ένα παρόν που ολοένα αλλάζει. Τα μουσεία όλου του κόσμου συγκρατούν ένα ελάχιστο μέρος αυτού του παρελθόντος που η φυσική του τάση είναι να εξαφανιστεί, αλλά που εμείς δεν του το επιτρέπουμε.



Και καθώς η τεχνολογία μας έχει εξελιχθεί, σήμερα συγκρατούμε το παρελθόν και με άλλους τρόπους, όπως με τη φωτογραφία και το βίντεο. Πρόσωπα που έχουν φύγει από τη ζωή τα βλέπουμε νεαρά και θαλερά να μιλούν στην οθόνη, ακούμε τη φωνή τους, παρακολουθούμε τις κινήσεις τους, παρατηρούμε το περιβάλλον τους. Βλέπουμε τις πόλεις μας, όπως ήταν κάποτε και τώρα δεν είναι. Κατά κάποιο τρόπο ανασταίνουμε ένα μικρό κομμάτι του παρελθόντος, όποτε κοιτάζουμε μια φωτογραφία ή βλέπουμε μια παλιά ταινία. Δεν πρόκειται βέβαια για το παρελθόν αυτό καθεαυτό – έχει εξαφανιστεί αυτό στη μεγάλη καταβόθρα – αλλά για ένα απείκασμά του, για ένα καλό αντίγραφό του.

Το ατομικό μας παρελθόν το συγκρατούμε περίπου με τις ίδιες μεθόδους αλλά και με ένα άλλο, πιο εύκολο τρόπο: με τις αναμνήσεις μας. Οι αναμνήσεις μας ξεκινούν από την αμέσως προηγούμενη στιγμή, όταν ήπιαμε μια γουλιά από τον καφέ που έχουμε μπροστά μας, και εκτείνονται προς τα πίσω, μέχρι εκεί που διαλύονται και η μνήμη μας δεν μπορεί να ανασύρει άλλα γεγονότα της ζωής μας. Από όλο αυτό το μακρύ διάστημα της παρελθούσας ζωής μας έχουμε συγκρατήσει στη μνήμη μας (όπως περίπου γίνεται και στα μουσεία) θραύσματα του παρελθόντος, άλλα μεγαλύτερα και σε καλή κατάσταση, άλλα μικρά και σε κακή κατάσταση. Το μεγαλύτερο μέρος του παρελθόντος μας πάντως το έχουμε ξεχάσει. (Τι κάνατε πχ στις 8 Απριλίου του 2003; Τι κάνατε μια μέρα πριν, στις 7 Απριλίου; Μια μέρα μετά, στις 9; )

Από ένα σημείο και πιο πίσω δεν μπορούμε να έχουμε καμιά ανάμνηση, αν και γνωρίζουμε ότι το παρελθόν μας εξακολουθεί να υφίσταται για μερικά χρόνια ακόμα. Όμως η μνήμη μας δεν έχει τίποτα να μας δώσει για τα χρόνια αυτά. Κάποιοι μεγαλύτεροι από μας, οι γονείς μας συνήθως, μπορούν να συμπληρώσουν εν μέρει αυτό το χαμένο αρχικό παρελθόν μας με τις δικές τους αναμνήσεις. Και πιο πριν δεν υπάρχει τίποτα, επειδή πιο πριν ήμασταν στο τίποτα.

Είναι μια κάπως παράξενη αίσθηση αυτή, δεδομένου ότι ξέρουμε πως ενώ εμείς ήμασταν στο τίποτα επί εκατομμύρια χρόνια, ο Κόσμος, η ζωή, οι άνθρωποι υπήρχαν και σχημάτιζαν το συλλογικό μας παρελθόν. Έχουμε λοιπόν την ψευδαίσθηση ότι υπήρχαμε κι εμείς και μπορεί να μην είναι και εντελώς ψευδαίσθηση, εφόσον η φυσική μας υπόσταση αποτελείται από ανακύκλωση των υλικών του παρελθόντος.


Η γνώση μας για το συλλογικό παρελθόν ακολουθεί την ίδια πορεία που έχουν οι αναμνήσεις του ατομικού μας παρελθόντος. Όσο πιο πίσω πηγαίνουμε, τόσο η γνώση μας λιγοστεύει και από ένα σημείο και πέρα αντικαθίσταται από τις εικασίες. Για το απώτατο παρελθόν ξέρουμε ελάχιστα πράγματα ή δεν ξέρουμε τίποτα.

Το παρελθόν, σε αντίθεση με το μέλλον, διαθέτει μια ενδιαφέρουσα ιδιότητα: τη νοσταλγία. Το μέλλον φαντάζει στο μυαλό μας ψυχρό και απαλλαγμένο από συναισθήματα, όμως το παρελθόν, και το ατομικό και το συλλογικό, είναι κατά κανόνα διαποτισμένα από μια νοσταλγία που πολλές φορές είναι και αναιτιολόγητη.

Η νοσταλγία που νιώθουμε δείχνει κατά την άποψή μου την ανθρώπινη τάση να συγκρατήσει το παρελθόν και να μην το αφήσει να χαθεί. Δείχνει επίσης μια βαθύτερη ψυχολογική στάση μας να αρνηθούμε το μελλοντικό χρόνο και να παραμείνουμε στον περασμένο, τον ήδη βιωμένο χρόνο. Ο βιωμένος χρόνος μάς είναι ήδη οικείος, ξέρουμε να κινηθούμε με άνεση μέσα του. Ο μελλοντικός χρόνος μάς είναι άγνωστος και δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει. Δεν μπορούμε να τον σκεφτούμε με συναισθήματα οικειότητας όπως κάνουμε με τον παρελθόντα χρόνο. Το μέλλον είναι κάτι παγερό, επειδή είναι άγνωστο. Μόνο όταν γίνει παρόν και αμέσως μετά παρελθόν, μόνο τότε έχουμε εξοικειωθεί μαζί του, το γνωρίζουμε και μπορούμε να το ντύσουμε με συναισθήματα.

Ακόμα κι όταν το παρελθόν έχει δύσκολες στιγμές, άσχημες εμπειρίες, δυσάρεστα γεγονότα, ακόμα και τότε το σκεφτόμαστε με ένα είδος τρυφερότητας, συμπάθειας. Επειδή τα δύσκολα έχουν πια περάσει και ο χρόνος –πανδαμάτωρ- έχει μικρύνει πολύ την άσχημη εντύπωσή τους. Μερικές φορές βέβαια το παρελθόν περιέχει βίαια γεγονότα και τόσο σκληρά που καμιά νοσταλγία δεν μπορεί να τα περιβάλει. Αλλά πρόκειται για εξαιρέσεις του κανόνα.

Και το συλλογικό μας παρελθόν το σκεφτόμαστε με νοσταλγία. Εδώ μάλιστα η νοσταλγία είναι τελείως παραμορφωτική, επειδή αγνοούμε κατά το μεγαλύτερο μέρος τις λεπτομέρειες της καθημερινότητας και γνωρίζουμε μόνο τα πολύ σημαντικά γεγονότα.

Βρίσκουμε πολύ όμορφη παραδείγματος χάριν τη ζωή στο χωριό πριν εκατό χρόνια ή τη ζωή στη βυζαντινή Κωνσταντινούπολη πριν χίλια χρόνια ή τη ζωή στην αρχαία Αθήνα πριν δυο χιλιάδες χρόνια ή τη ζωή στον πρωτόγονο οικισμό πριν τρεις χιλιάδες χρόνια.

Φυσικά κάνουμε τραγικό λάθος, η ζωή στο παρελθόν δεν ήταν καθόλου καλύτερη από τη σημερινή, χειρότερη και δυσκολότερη ήταν, αλλά ο μηχανισμός της νοσταλγίας είναι πολύ δυνατός, δεν μπορούμε να τον ακυρώσουμε.

Όλες αυτές οι αναμνήσεις του συλλογικού μας παρελθόντος είναι εγγεγραμμένες στη συλλογική μας μνήμη και ισχύει και εδώ ό,τι με την ατομική μνήμη: το βιωμένο είναι γνωστό και οικείο, εκείνο που έρχεται είναι άγνωστο και παγερό.

Για το λόγο αυτό, οι ταινίες και η λογοτεχνία της επιστημονικής φαντασίας που δείχνουν το μέλλον, το παρουσιάζουν παγερό, με ανθρώπους που ζουν σε ένα τεχνολογικό παράδεισο, αλλά που οι σχέσεις μεταξύ τους είναι κρύες και απρόσωπες. Με άλλα λόγια κάνουμε εδώ μια προβολή των σκέψεών μας για το μέλλον που επειδή είναι άγνωστο, δεν μπορούμε να το ντύσουμε με συναισθήματα.



Εφόσον το παρόν μας είναι μόνο μια τοσηδά στιγμούλα, τότε πρέπει να δεχτούμε ότι αποτελούμαστε από παρελθόν. Είμαστε ένα παρελθόν που συνεχώς μεγαλώνει με το αδιάκοπο άθροισμα των στιγμών που περνούν από το στιγμιαίο παρόν και συσσωρεύονται στο παρελθόν μας.

Ο χρόνος τρέχει, ποτέ δεν σταματά. Το ίδιο συμβαίνει και με το παρελθόν μας, συνεχώς αυξάνεται, ποτέ δεν σταματά. Θα σταματήσει, όταν σταματήσει και η ζωή μας και τότε θα αποτελέσουμε ένα ολοκληρωμένο, σταθερό και αμετάβλητο παρελθόν. Ως τότε όμως το παρελθόν μας είναι ανοιχτό και εμπλουτίζεται συνέχεια με νέες εμπειρίες.

Και το συλλογικό παρόν, όπως το ατομικό, έχει τη διάρκεια μιας στιγμής. Ο Κόσμος  κινείται πάνω στο βέλος του χρόνου που έχει μια μόνο και συγκεκριμένη φορά προς τα εμπρός και με κάθε δευτερόλεπτο που περνά αυξάνει το παρελθόν του. Το «τώρα» είναι ένα επίρρημα πολύ παραπλανητικό. Τώρα είναι μόνο η παρούσα στιγμή που γίνεται αμέσως πριν. 

Καθώς το παρελθόν, τόσο το ατομικό όσο και το συλλογικό, έχει μια συνεχή εξέλιξη με την εισροή εντός του των άπειρων στιγμών του εκάστοτε παρόντος, θα μας ήταν πολύ δύσκολο, παρά τη νοσταλγία μας, να το ξαναζήσουμε, αν ποτέ ήταν δυνατό να συμβεί αυτό.

Ας υποθέσουμε ότι με ένα θαύμα συνέβαινε μια αναδίπλωση του χρόνου κι εμείς βρισκόμασταν πρόσωπο με πρόσωπο με τον εαυτό μας, όπως ήταν πριν είκοσι, τριάντα χρόνια. Η έκπληξη θα ήταν μάλλον δυσάρεστη, επειδή ο παλιότερος εαυτός μας δεν θα έχει τη δική μας συμπεριφορά, τις δικές μας συνήθειες, τη δική μας πείρα ζωής, τις δικές μας απόψεις. Πιθανόν να νιώθαμε ότι συναντήσαμε έναν ξένο.

Το ίδιο ισχύει στην περίπτωση που η αναδίπλωση του χρόνου ήταν μεγαλύτερη και βρισκόμασταν παρέα με ένα πρόγονο του 1800  ή με κανέναν αρχαίο του 400 π Χ. Δεν θα υπήρχε πεδίο συνεννόησης μάλλον, ακόμα κι αν αυτός ο πρόγονος ήταν ο Κολοκοτρώνης ή ο Περικλής.

Τι είναι λοιπόν το παρόν; Είναι ο χρόνος της μιας στιγμής.
Τι είναι το παρελθόν; Είναι ο χρόνος των άπειρων στιγμών που πέρασαν αστραπιαία από το παρόν και χάθηκαν για πάντα.

Το είπε και ο σοφός Ηράκλειτος: Δις εις τον αυτόν ποταμόν ουκ αν εμβαίης (δεν μπορείς να μπεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι).






Δεν υπάρχουν σχόλια: