30/8/16

Είχαν και οι αρχαίοι ημών την πλέμπα τους





Έχουμε την εντύπωση ότι οι αρχαίοι ημών πρόγονοι ήταν μια ράτσα τέλεια, άψογη, άμεμπτη, ωραία, ανωτέρου μορφωτικού επιπέδου που καλλιεργούσε με πάθος τις τέχνες και τα γράμματα, που στοχαζόταν, έγραφε τραγωδίες, σύχναζε στα γυμναστήρια και στα θέατρα, απάγγελλε ποιήματα και συζητούσε ολημερίς για φιλοσοφία.

Ωραία θα ήταν να είχε υπάρξει μια τέτοια παραδείσια κοινωνία, αλλά δυστυχώς στην πλειοψηφία τους οι αρχαίοι πρόγονοι, όπως και όλοι γενικώς οι πρόγονοι, είχαν πολλά καθημερινά προβλήματα να λύσουν, πρώτον να εξασφαλίσουν την επιβίωση του εαυτού τους και της οικογένειάς τους, δεύτερον να βγουν ζωντανοί από τους συνεχείς πολέμους που έκαναν μεταξύ τους, τρίτον να μη μπλέξουν με τα δικαστήρια, καθώς η συκοφαντία ήταν τότε στο φόρτε της και πολλά άλλα.

Αφορμή γι’ αυτές τις σκέψεις μού έδωσε ένα σχόλιο που διάβασα, ότι οι αρχαίοι Έλληνες δεν ήταν ρατσιστές. Αυτός που το έγραψε πίστευε ότι οι εκπρόσωποι ενός τόσο μεγάλου πολιτισμού δεν μπορεί, θα ήταν όλοι τους άνθρωποι βαθιά καλλιεργημένοι, εμφορούμενοι υψηλών ανθρωπιστικών ιδεών και απαλλαγμένοι από τις χαμερπείς τάσεις των αφελών και ανίδεων ανθρώπων.

Ότι ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός είναι ένα αναπάντεχο θαύμα που αναδύθηκε μέσα από ένα κόσμο βαρβαρότητας δεν υπάρχει αμφιβολία.

Όμως, όπως συμβαίνει παντού και πάντα, η αρχαία ελληνική κοινωνία περιελάμβανε κάθε λογής άτομα: μορφωμένους, στοχαστές, καλλιτέχνες αλλά και χωριαταρέους, αγράμματους και άξεστους. Είχε τους πλούσιους και τους φτωχούς της. Τους έντιμους και τους απατεώνες της. Τους συντηρητικούς και τους προοδευτικούς της. Τους πολιτικούς και τους πολιτικάντηδες.
Τους ελεύθερους και τους δούλους της.

Χμ...

Δεν ήταν ρατσιστές, αλλά είχαν δούλους; Και τι δούλους, όχι Έλληνες αλλά από τους άλλους, τους ξένους, τους βάρβαρους, αυτούς που δεν μετείχαν της ελληνικής παιδείας.

Δεν ήταν ρατσιστές, αλλά στους Ολυμπιακούς και στους άλλους αγώνες μόνο Έλληνες επιτρεπόταν να συμμετέχουν;
(Και με την ευκαιρία: στους Ολυμπιακούς αγώνες έπαιρναν μέρος και οι Μακεδόνες, το οποίον σημαίνει τι; Αυτό και μόνο το επιχείρημα είναι αρκετό για να αποστομώσει όσους αμφισβητούν την ελληνικότητα των αρχαίων Μακεδόνων).

Επίσης, είχαν ανεπτυγμένο πολύ και τον τοπικισμό που είναι ένας είδος ρατσισμού και αυτός. Πχ οι Σπαρτιάτες δεν ανέχονταν στο κράτος τους άλλους Έλληνες και, αν ερχόταν καμιά αντιπροσωπεία από άλλη ελληνική πόλη, έπρεπε να τα μαζεύει και να φεύγει εντός ολίγων ημερών. Οι κοινωνικές διακρίσεις στη Σπάρτη ήταν πολύ αυστηρές. Γνήσιοι Σπαρτιάτες θεωρούνταν μόνο οι Όμοιοι, αυτοί δηλαδή που ήταν γεννημένοι από καθαρόαιμους γονείς Σπαρτιάτες. Οι Περίοικοι δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα, για δε τους Είλωτες γνωρίζουμε ποια ήταν η μεταχείρισή τους.

Στην Αθήνα η κατάσταση ήταν ασφαλώς πιο χαλαρή, αλλά και εδώ υπήρχε αυστηρή διάκριση ανάμεσα στους βέρους Αθηναίους και σε κείνους που ο ένας γονιός δεν ήταν Αθηναίος. Αυτοί δεν λογίζονταν γνήσιοι Αθηναίοι πολίτες.  Μια και η πόλη ήταν για ένα τουλάχιστον διάστημα η σπουδαιότερη πόλη του ελλαδικού χώρου, συνέρρεαν εδώ πολλοί Έλληνες από άλλα μέρη, έμποροι, τεχνίτες, καλλιτέχνες, στοχαστές και φυσικά και τυχοδιώκτες. Όλοι αυτοί ήταν μεν ανεκτοί, αλλά Αθηναίοι δεν μπορούσαν να γίνουν. Πλήρωναν κανονικά φόρο για να μένουν στην Αθήνα και δεν είχαν δικαίωμα να ψηφίζουν ή να έχουν ακίνητη περιουσία.

Αυτά όλα μυρίζουν ρατσισμό, αν και η λέξη ήταν τότε άγνωστη, διότι κανείς ούτε ντόπιος ούτε ξένος δεν έβρισκε άδικη ή παράλογη μια τέτοια μεταχείριση.

Βέβαια οι σοφιστές ως πρωτοπόροι είχαν συλλάβει πολλές ιδέες που ακόμα τότε η κοινωνία δεν ήταν έτοιμη να τις αποδεχτεί, όπως ποια είναι η θέση της γυναίκας και τι σημαίνει δουλεία. Αλλά οι διανοούμενοι ήταν (και είναι πάντα) λίγοι, ενώ οι περισσότεροι Αθηναίοι ζούσαν αποκομμένοι στον δικό τους μικρόκοσμο με τα καθημερινά τους προβλήματα αδιαφορώντας για τις υψηλές ιδέες που κυκλοφορούσαν στα αθηναϊκά πλουσιόσπιτα.

Με άλλα λόγια και στην Αθήνα και στις άλλες ελληνικές πόλεις υπήρχε η συνήθης πλέμπα, άνθρωποι ακατέργαστοι και αμόρφωτοι που ζούσαν πλάι-πλάι με τον Πλάτωνα και το παρεάκι του, με τον Σοφοκλή, τον Αριστοφάνη, τον Νικία, τον Γοργία και τους άλλους διάσημους πολιτικούς, διανοούμενους και καλλιτέχνες της εποχής.

Και μπορεί η αθηναϊκή δημοκρατία να είχε εξισώσει τους πολίτες ως προς τα πολιτικά τους δικαιώματα, οι οικονομικές ανισότητες όμως υπήρχαν. Υπήρχαν επομένως και οι φτωχοί Αθηναίοι που δεν μπορούσαν να μορφώσουν τα παιδιά τους με ιδιωτικούς δασκάλους, όπως έκαναν οι πλούσιοι. Ήταν μικροτεχνίτες, βιοτέχνες που είχαν μικρά εργαστήρια μέσα στην πόλη και κυρίως αγρότες και κτηνοτρόφοι που ζούσαν στα χωριά της Αττικής και δούλευαν στα μικρά τους κτήματα είτε με τη βοήθεια των μελών της οικογένειάς τους είτε και με τη βοήθεια κάποιου δούλου που διέθεταν.

Ειδικά όσοι ζούσαν εκτός του άστεως, στα χωριά της Αττικής, ήταν άνθρωποι θεοσεβούμενοι, συντηρητικοί, απλοϊκοί και αυτό που τους απασχολούσε ήταν η καθημερινή επιβίωση και όχι οι υπαρξιακές ανησυχίες του Πλάτωνα.

Τους βλέπουμε αυτούς τους Αθηναίους και γελάμε με την αφέλεια και την αμάθειά τους στις κωμωδίες του Αριστοφάνη, όπου παρουσιάζονται φυσικά με υπερβολικό τρόπο ως καρικατούρες.

Στην κωμωδία «Ιππής» λέει ο Αλλαντοπώλης στους στίχους 188-9:

«Άλλ’ ωγαθ’, ουδέ μουσικήν επίσταμαι,
πλην γραμμάτων, και ταύτα μέντοι κακά κακώς».

Μα, φίλε μου, εγώ δεν έχω μόρφωση,
μόνο την αλφαβήτα ξέρω κι αυτήν κουτσά στραβά.


Στις «Νεφέλες» πάλι ο Στρεψιάδης μονολογεί (στιχ. 43-45):

«Εμοί γαρ ην άγροικος ήδιστος βίος,
ευρωτιών, ακόρητος, εική κείμενος,
βρύων μελίτταις και προβάτοις και στεμφύλοις...»

Εγώ μια χαρά ζούσα στο χωριό μου,
άπλυτος μέσα στις βρωμιές και άνετος
με άφθονα μελίσσια, πρόβατα και μούργες...

Και παρακάτω λέει στο γιο του (στιχ. 71-2)

«Όταν μεν ουν τας αίγας εκ του φελλέως,
ώσπερ ο πατήρ σου, διφθέραν ενημμένος...»

Όταν λοιπόν (θα σαλαγάς) τα γίδια απ’ τα κατσάβραχα
σαν τον πατέρα σου φορώντας μια προβιά...

Και συνεχίζει δείχνοντας στον γιο του ένα καλύβι (στιχ. 94-97):

«Ψυχών σοφών τούτ’ εστί φροντιστήριον.
Ενταύθα ενοικούσ’ άνδρες οι τον ουρανόν
λέγοντες  αναπείθουσιν ως έστιν πνιγεύς,
κάστιν περί ημάς ούτος, ημείς δ’ άνθρακες».

Αυτό είναι ένα σπουδαστήριο σοφών ψυχών.
Εδώ μέσα κατοικούν άνδρες που για τον ουρανό
μιλώντας μάς κάνουν να πιστέψουμε πως είναι ένα καμίνι
που είναι γύρω-γύρω από μας κι εμείς είμαστε κάρβουνα.

Δεν μπορεί κανείς να μη γελάσει με την αφέλεια του Στρεψιάδη που αυτό είναι όλο που έχει καταλάβει από τους πολύπλοκους στοχασμούς των σοφών της πόλης του, μολονότι ο Αριστοφάνης έχει βάλει το χεράκι του για να μας προκαλέσει λίγο παραπάνω γέλιο.

Αυτοί λοιπόν οι Αθηναίοι, που ήταν και η πλειοψηφία της πόλης, ήταν καθημερινοί άνθρωποι με καθημερινές έγνοιες και δεν σκότιζαν το κεφάλι τους με ιδέες ανωτέρου επιπέδου. Και όπως όλοι οι άνθρωποι είχαν τις κακίες τους, τις ζήλειες τους, τις μικρότητές τους μαζί με τις αρετές τους, τη φιλοπατρία, τη γενναιότητα και τις ηθικές αρχές της εποχής τους.

Άγιοι δεν ήταν. Άμωμοι δεν ήταν. Ούτε τέλειοι. Τέλεια είναι τα έργα που κληροδότησαν στην ανθρωπότητα αυτοί που ξεχώρισαν από την πλέμπα, άνθρωποι που είχαν τη δυνατότητα να μορφωθούν. Το ίδιο πάνω κάτω ισχύει και για τους υπόλοιπους Έλληνες.

Σήμερα θαυμάζουμε τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, τον μελετούμε, τον προβάλλουμε, όπως του αξίζει. Δεν χρειάζεται ωστόσο να υπερβάλλουμε. Ήταν και στραβόξυλα οι πρόγονοι.

Γιατί  να μην είναι;

Δεν ήταν άνθρωποι κι αυτοί σαν όλους μας;


1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Αχ,κυρία Καίτη μου!Τι είναι ο άνθρωπος;"Όνειρο σκιάς" που λέει ο Πίνδαρος."Κύων βασιλικός"σαν το Διογένη το Σινωπέα."Ένα παλιόρουχο και ένα καλύβι-να ο άνθρωπος κάθε
εποχής",λέει ο Βολταίρος.Στον "Οιδίποδα τύραννο" του Σοφοκλή υπερηφανεύεται ένας δούλος ότι είναι "δούλος που γεννήθηκε και ανατράφηκε στο σπίτι του αφέντη του,όχι αγοραστός".O temora,o mores!Πάντως ο αλλαντοπώλης που αναφέρετε ίσως είναι η μομφή του Αριστοφάνη προς το πρόσωπο του Κλέωνα του δημαγωγού που ήταν βυρσοδέψης και ο Αριστοφάνης τον είχε κάποτε "στολίσει" σε μια κωμωδία του.Αυτοί οι πολεμόφιλοι και
δημαγωγοί φάγανε την αρχαία Αθήνα:απο κεί που ο Αριστείδης είχε φτιάξει τόσο δίκαια και αναλόγως προς τις δυνατότητες κάθε συμμάχου πόλης την εισφορά της προς την αθηναική συμμαχία ώστε ονομάστηκε Αριστείδης ο δίκαιος(γύρω στο 478π.Χ.),αυτό όλο και
άλλαζε με σημείο καμπής τα τελευταία χρόνια του Περικλή.Κι όταν πια αυτός πέθανε,οι
πολεμόφιλοι δημαγωγοί πήρανε αυτοί τη σκυτάλη κι έκαναν αλλαγές...Για μένα,οι δημαγωγοί είναι η αχίλλειος πτέρνα αυτής της χώρας.