Σελίδες

25/11/16

"Εκείνα τα φωτισμένα παράθυρα"





Κρυώνει το παιδί,
με τι να το σκεπάσω;
Μια κουβερτούλα έχω μόνο.

Πίσω δεν πάω στο στρατόπεδο,
εκεί  νταήδες και μαχαιροβγάλτες
γυροφέρνουν.
Καλύτερα εδώ, στο δρόμο,
κοντά στα σπίτια,
να βλέπω τα φωτισμένα τους παράθυρα.

Είναι καιρός που έχω αφήσει την πατρίδα,
για το παιδί κυρίως ανησυχούσα,
εμένα ας με σκότωναν,
τι σημασία έχει πια
τώρα που φίλοι κι αδελφοί χαθήκαν
κι η πόλη μου έχει γίνει ρημαδιό.
Αλλά είναι βλέπεις το παιδί.

Μας είπαν,
είμαστε καλοί άνθρωποι εμείς,
τα σπίτια μας είναι ζεστά
και τα κελάρια μας γεμάτα,
σας συμπονέσαμε πολύ,
γι’ αυτό
ανοίξαμε τις πόρτες μας διάπλατα,
ελάτε,
είμαστε καλοί άνθρωποι εμείς.

Εγώ για το παιδί κυρίως ήρθα.

Τώρα εδώ στο δρόμο,
κάτω από ένα ξένο ουρανό κοιμόμαστε
και έχει παγωνιά,
έχει υγρασία,
δυο βήματα πιο πέρα
βλέπω τα φωτισμένα τους παράθυρα.
Θα είναι το τζάκι αναμμένο,
χορτάτα τα παιδιά τους και ζεστά.
Σαν να τα βλέπω
πόσο αθώα και αμέριμνα κοιμούνται
στα μαλακά κρεβάτια τους,
η μάνα τα σκεπάζει
κι ο πατέρας τους χαμογελά.

Έχασα την πατρίδα μου,
τα πάντα έχω χάσει,
μονάχη μου περιουσία
ετούτο το παιδί,
αλλά φοβάμαι
τους μαχαιροβγάλτες στο στρατόπεδο.
Καλύτερα εδώ στο δρόμο.

Μόνο που βλέπω εκείνα τα παράθυρα
τα φωτισμένα
και ζηλεύω,
αρχόντοι αυτοί
κι εγώ ένας αλήτης
μ’ ένα παιδί στην αγκαλιά.
Πώς θα’ θελα μια σούπα τώρα,
μια ζεστή σούπα
για το αγόρι μου.

Σκοτώθηκαν, μας είπαν,
δυο δικοί μας από λάθος χθες.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου